Στο σύγχρονο δυτικό κόσμο η τροφή αποτελεί κεκτημένο αγαθό. Πολύ συχνά όμως η άμεση πρόσβαση και υπερπροσφορά τροφής, που είναι συνήθως και πλούσια σε θερμίδες, έχει αρνητικά αποτελέσματα για την υγεία μας. Η κακή διατροφή έχει αποδειχθεί σημαντικός παράγοντας κινδύνου για χρόνια νοσήματα όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης τύπου 2, τα καρδιαγγειακά νοσήματα, το εγκεφαλικό και κάποιες μορφές καρκίνου (CDC, 2022).
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, περισσότερο από το 50% των Ελλήνων ανήκει στα όρια του υπέρβαρου ή της παχυσαρκίας, με το 9% των ετήσιων δαπανών υγείας της Ελλάδας να οφείλεται στην παχυσαρκία. (Manios et al, 2022).
Η παχυσαρκία και οι συνδεόμενες με αυτήν ασθένειες έχουν άμεσο αντίκτυπο στην εργασιακή ικανότητα μέσα από την αυξημένη απουσία από την εργασία για λόγους υγείας, καθώς και τη μειωμένη παραγωγικότητά ενός ανθρώπου. (Schmier et.al., Scand J Work Environ Health, 2006; Abhilasha et al. J Occup Environ Med, 2020; Cawley, et al. J Occup Environ Med. 2021).
Για την απόκτηση ενός υγιούς βάρους αλλά και τη συνολική βελτίωση της υγείας μας, χρειάζεται να γίνουν αλλαγές στον τρόπο ζωής μας και σταδιακά στις συνήθειες που μας κρατούν πίσω σε αυτή την προσπάθεια.
O ρόλος των επιχειρήσεων στις διατροφικές συνήθειες των εργαζομένων
To εργασιακό περιβάλλον διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία, καθώς, λόγω της πολύωρης παραμονής μας σε αυτό (είτε με φυσική παρουσία είτε πνευματικά), είναι φυσικό να καταναλώνουμε τουλάχιστον ένα γεύμα της ημέρας μας εκεί. Η ψυχολογική μας κατάσταση, επίσης, επηρεάζει άμεσα την ποσότητα και την ποιότητά αυτών των γευμάτων, καθώς εξαιτίας της πίεσης, του καθημερινού στρες και της κούρασης, καταλήγουμε πολλές φορές να τρώμε περισσότερο ή λιγότερο από όσο χρειαζόμαστε. Πολλές φορές δε, τα γεύματα που επιλέγουμε είναι χαμηλής θρεπτικής αξίας.
Για αυτό και είναι σημαντικό, το εργασιακό περιβάλλον να προάγει την υγεία & ευεξία στην εργασία, μέσα από την καλλιέργεια σωστών διατροφικών συνηθειών για τους εργαζομένους. Οι εργασιακές παρεμβάσεις που στοχεύουν στην βελτίωση του τρόπου ζωής των εργαζομένων, φαίνεται ότι έχουν ευεργετικά αποτελέσματα στην υγεία και την παραγωγικότητά τους. Συγκεκριμένα, οι διατροφικές παρεμβάσεις έχουν δείξει μια αύξηση στην παραγωγικότητα των εργαζομένων κατά 1-2% και μείωση των ημερών απουσίας τους κατά 3 τον χρόνο. (Jensen. Perspect Public Health, 2011)
Είναι δε κοινώς αποδεκτό, ότι οι υγιείς και χαρούμενοι εργαζόμενοι είναι πιο αποτελεσματικοί, αφοσιωμένοι και ικανοποιημένοι στη δουλειά τους. Αντίθετα, η κακή τους υγεία ζημιώνει οικονομικά τόσο τους ίδιους όσο και τις εταιρίες. Μελέτες δείχνουν ότι το κόστος αυτό ανέρχεται στα $18.000 το χρόνο παγκοσμίως. Η αύξηση αυτή είναι ίση της τάξης του 61% σε σχέση με 10 χρόνια πριν και προβλέπεται να διπλασιαστεί μέχρι το 2030 (Miller et al., 2018).
Παρά το γεγονός ότι όλο και περισσότερες επιχειρήσεις καταβάλλουν προσπάθεια για να υποστηρίξουν προγράμματα ευεξίας στην εργασία, το 95% αυτών αποτυγχάνουν. Ο λόγος είναι ότι επικεντρώνονται στην αντιμετώπιση ασθενειών παρά στην πρόληψή τους, στοχεύουν σε συγκεκριμένα θέματα υγείας αντί για το άτομο ως σύνολο, ενώ χρησιμοποιούνται από ένα μικρό ποσοστό του εργατικού δυναμικού (Miller et al., 2018).
Για να αποδώσουν αυτά τα προγράμματα, πρέπει να αλλάξει η στόχευσή τους και οι επιχειρήσεις να δουν την υγεία & ευεξία στην εργασία από μια διαφορετική, πιο σφαιρική οπτική , αυτής που θα υποστηρίζει την αποτελεσματική αλλαγή της συμπεριφοράς.
Ο τροχός αλλαγής συμπεριφοράς και ο ρόλος της εκπαίδευσης
Ένα επικυρωμένο και πρακτικό εργαλείο για το σκοπό αυτό είναι ο τροχός της αλλαγής συμπεριφοράς που χρησιμοποιείται στη δημόσια υγεία για να διευκολύνει την αλλαγή συμπεριφοράς σε επίπεδο πληθυσμού. Στο κέντρο βρίσκονται τα 3 στοιχεία της συμπεριφοράς: ικανότητα, κίνητρο και δυνατότητα. Αυτά πλαισιώνονται από 9 τρόπους παρέμβασης που χρησιμοποιούνται για να επηρεάσουν τουλάχιστον ένα από αυτά τα στοιχεία για να επιτευχθεί η συμπεριφορά. Και αυτοί με τη σειρά τους πλαισιώνονται από 7 κατηγορίες πολιτικών ώστε να μπορέσουν να πραγματοποιηθούν οι παρεμβάσεις.
Ένας από τους 9 τρόπους παρέμβασης είναι η εκπαίδευση, η οποία αποτελεί βασικό πυλώνα στο σχεδιασμό δράσεων στη δημόσια υγεία. Ο ρόλος της έγκειται στην επιρροή των 2 από τα 3 στοιχεία της συμπεριφοράς, καθώς μπορεί να αυξήσει τόσο την ικανότητα, όσο και το κίνητρο του ατόμου να δράσει. Η ικανότητα αφορά τόσο τη σωματική ικανότητα όσο και τη ψυχολογική ικανότητα που στηρίζεται μεταξύ άλλων στις γνώσεις και στις δεξιότητες.
Παρέχοντας την κατάλληλη εκπαίδευση στους εργαζομένους, οι εργοδότες μπορούν να αυξήσουν την ικανότητα του ατόμου για να προβεί στην επιθυμητή συμπεριφορά καθώς μαθαίνει πως να πραγματοποιεί τη συμπεριφορά. Παράλληλα, η απόκτηση γνώσης βοηθάει και στην αύξηση του κινήτρου του ατόμου καθώς αυξάνει την επίγνωση του για το λόγο που χρειάζεται να δράσει, όπως για παράδειγμα τον ενδεχόμενο κίνδυνο που έχει να αναπτύξει κάποια χρόνια πάθηση ή τα οφέλη που θα μπορούσε να αποκομίσει με την αλλαγή της συμπεριφοράς του.
Συνεπώς, η εκπαίδευση είναι ένα πρώτο βήμα προς την υιοθέτηση ορθών διατροφικών συνηθειών και αν συνδυαστεί και με άλλου τύπου παρεμβάσεις, μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές συμπεριφορικές αλλαγές στον εργασιακό χώρο που προάγουν την υγεία και την παραγωγικότητα.
Άννα Γαβριέλη, PhD
Εκπαιδεύτρια Biosafety Academy
Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, Studio Διατροφής https://studiodiatrofis.gr/